Quantcast
ΚΟΙΝΩΝΙΑΤΟΠΙΚΑ

Ο δρόμος για το Λαζαρέτο όπως τον βίωσαν οι μελλοθάνατοι

Στις 4 Νοέμβρη 1947, έγινε η πρώτη ομαδική εκτέλεση στο Λαζαρέτο, το μικρό νησάκι που βρίσκεται κοντά στο λιμάνι της Κέρκυρας.

Στον τοίχο των εκτελέσεων του Λαζαρέτου οδηγήθηκαν θανατοποινίτες, έγκλειστοι στις φυλακές Κέρκυρας, στην πλειοψηφία τους Κομμουνιστές. Σύμφωνα με μαρτυρίες, συνολικά εκτελέστηκαν τουλάχιστον 200 αγωνιστές μέχρι τον Σεπτέμβρη του ’49. 

Το νησάκι αυτό, αποτελεί μνημείο της βαρβαρότητας του αστικού κράτους, αλλά και του απαράμιλλου ηρωισμού των αλύγιστων της ταξικής πάλης. Με αφορμή την σημερινή επέτειο, δημοσιεύτηκε σε Κερκυραϊκά μέσα ενημέρωσης ένα εκτενές άρθρο από τον Πέτρο Κόρφη, που μέσα από τις μαρτυρίες των ίδιων των μελλοθάνατων παρουσιάζει μερικές από αυτές τις ηρωικές στιγμές που εκτυλίχθηκαν στο Λαζαρέτο και στις φυλακές της Κέρκυρας, όπου κρατούνταν οι θανατοποινίτες. Το πόρταλ αναδημοσιεύει αποσπάσματα από το άρθρο (διαβάστε εδώ ολόκληρο το άρθρο). 

 
Ο τοίχος των εκτελέσεων στο ΛαζαρέτοΟ τοίχος των εκτελέσεων στο Λαζαρέτο

 

Μήνας Νοέμβρης, 1947. Πάνω απ’ τις αγγλικές φυλακές της Κέρκυρας βαριά μελανιασμένα σύννεφα προμηνούν καταιγίδα. Κάθε μέρα πέφτει από νωρίς βαθύ σκοτάδι στα υγρά κελιά-ψυγεία. Βροχή κι αέρας, αέρας και βροχή. Οι τοίχοι υγροί, παγεροί. Τουρτουρίζεις.

«Ο ύπνος όμως δεν έρχεται με το ξάπλωμα, γι’ αυτό το ρίχνουμε στο κουβεντολόι».

Τι βράδυ κι αυτό… Ένας από τους μελλοθάνατους πολιτικούς κρατούμενους σέρνει για τα καλά τον χορό της κουβέντας. «Αν βγεις ζωντανός από ‘δω, έχεις χρέος να τα πεις όλα στους νεότερους».

Μαζί με άλλους στο παγόβουνο-κελί κι «ένα λεβεντόπαιδο απ’ τα Σφακιά της Κρήτης, κοντά δύο μέτρα μπόι». Νιοφερμένος σε σύγκριση με παλιούς, στο προηγούμενο ασβέστωμα κι άσπρισμα των κελιών εκείνος είχε μπει μπροστά και «ανέλαβε με το έτσι θέλω το άσπρισμα».

Ψυλλάκη Στάθη τον λένε. «Έκανε στο αντάρτικο της Κρήτης και μας έλεγε διάφορες ιστορίες απ’ τη Κρήτη. Πιάστηκε σε μια μάχη με τρεις άλλους. Ήτανε γεμάτος τραύματα».

Ο λόγος του μεστός:

– Με πήγανε στο νοσοκομείο, με κάνανε καλά και μετά στο στρατοδικείο και μας δίκασαν σε θάνατο. Αυτό το πράμα δε μπορεί να το χωρέσει ο νους μου, να σε τραυματίζουν, να σε γιατρεύουν και μετά να σε ντουφεκάνε. Ας είναι που λέτε…

– Σαν βγήκε η απόφαση βούιζε η Κρήτη. Οι βουλευτές των Χανίων τηλεγράφησαν στην κυβέρνηση να μην μας εκτελέσουν. Μας δώσανε αναστολή. Σα ‘συχάσανε τα Χανιά, κι εκεί που περιμέναμε να μας δώσουν χάρη, μας μπαγλαρώνουν και τσιφ στη Κέρκυρα. Μια βδομάδα ταξίδι και να σε πιάνει η θάλασσα. Τι τράβηξα δε λέγεται. Τέτοιο χαμό δεν το ‘παθα ούτε κι όταν ήμουνα ξεματωμένος απ’ τα τραύματα. Νιώθεις πως χάνεσαι και δεν έχεις δύναμη να κρατηθείς από πουθενά σαν ασκί μισόγιομο.

Η βραδιά στο κάτεργο βουνό, δεν περνιέται. Η μικρή λάμπα του πετρελαίου δεν φωτίζει πιότερο από ένα κερί.

Μιλούν για μεταγωγές που έδιναν κι έπαιρναν. Για γεγονότα του αγώνα εναντίον των Ιταλών και Γερμανών κατακτητών. Για τον Δεκέμβρη του ’44 στην Αθήνα κι όσα γίνανε μετά σε βάρος μελών και φίλων του ΕΑΜ και του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας. Για το γεγονός ότι στην κοντινή κερκυραϊκή νησίδα Λαζαρέτο είχαν ήδη οδηγηθεί κι εκτελεστεί κάποιοι συγκρατούμενοι αντιστασιακοί κι ερχόταν η σειρά άλλων. Πάλι μιλά ο Ψυλλάκης:

– Για σκέψου ν’ ασπρίσουμε αύριο το κελί και να μας πάρουν και να μη χαρώ το άσπρισμα…

 
Έργο του ζωγράφου Τζίνου Δημητράτου για τις εκτελέσεις στο Λαζαρέτο.Έργο του ζωγράφου Τζίνου Δημητράτου για τις εκτελέσεις στο Λαζαρέτο.

Η μέρα σώθηκε…

Το ίδιο βράδυ κόλλησε πίσω απ’ την πόρτα του κελιού μια γυναικεία φωτογραφία, κομμένη από κάποιο περιοδικό.

– Είναι η φωτογραφία της Ειρήνης. Αυτή η κοπέλα, που λέτε, πιάστηκε λίγο πιο μπροστά από μας, σ’ ένα χωριό της Μακεδονίας. Ήτανε δασκάλα. Δεν φαντάζεσαι πόσο, πόσο όμορφα στάθηκε μπροστά στο απόσπασμα. Από τότε που λέτε την έβαλα στην καρδιά μου. Διάβασα την ιστορία της στο «Ρίζο της Δευτέρας». Συγκινήθηκα και είπα στον εαυτό μου αν τύχει και πιαστείς να της μοιάσεις…

Τα γαλανά του μάτια ανοίγουν διάπλατα σαν να την έβλεπαν για πρώτη φορά.

– Όταν με πιάσανε βρήκανε τη φωτογραφία της στο πορτοφόλι μου. Και σπάγανε οι δικαστές το κεφάλι τους, για να βγάλουν τάχα συμπέρασμα ποια σχέση μπορούσε να υπάρχει σ’ εμένα και σ’ εκείνη. Τα δυο άκρα της Ελλάδας… Μ’ ανάθεμά με κι αν κατάλαβαν ποτέ τους. Όσες μέρες κράτησε η δίκη, κι όσες ώρες καρτερούσαμε στο κελί, μέχρι να μας δώσουν αναστολή, πάντα στεκόταν μπροστά στα μάτια μου και μου χαμογελούσε και σα να μου ‘λεγε: Ετσά μωρέ πεθαίνουν οι άντρες…

 

Βήματα, πολλά βήματα βιαστά και δυνατά ζυγώνουν στο κελί. Κόβουν σαν μαχαίρι τις κουβέντες της αϋπνίας σ’ όλη την ακτίνα Κ’ του μπουντρουμιού. Έχει-δεν έχει μία ώρα που έφυγε η 3η Νοέμβρη. Είκοσι φύλακες μπουκάρουν στην ακτίνα Κ’. Σαν λύκου μουγγριά, σαν τρόμου λαλιά τρίζει με δύναμη το κλειδί στο κελί του Σφακιανού κι ανοίγει η πόρτα.

– Ποιος είναι ο Ψυλλάκης;

– Εγώ, τι θέλετε;

– Στη Γραμματεία, για κάτι στοιχεία…

– Στοιχεία τέτοια ώρα; Μα δεν είναι κλειστά;

– Όχι! Έλα, κάνε γρήγορα.

Ο Ψυλλάκης ετοιμάζεται να βγει. Ο θαλαμάρχης του κελιού φράζει με το σώμα του την έξοδο.

– Μην βγει κανείς έξω αν δεν μας πούνε το γιατί. Πού τον πάτε;

– Δεν συμβαίνει τίποτα το έκτακτο, κατηγορηματικός ο φύλακας.

– Τότε αύριο που είναι μέρα…

Ο Σφακιανός κοντοστέκεται. Βγάζει περήφανη, τρανή, αξιοπρεπή φωνή:

– Μου λέτε ψέματα… Κατεώ τι με θέτε, δεν είμαι κουζουλός… Σταθείτε μωρέ, να βάλω τα καλά μου κι έρχομαι!

– Λυπούμαστε, παιδιά, αλλά έχουμε διαταγή. Τ’ άλλα τα καταλαβαίνετε…

Μια φυλακή στο πόδι. Λίγο μετά αρχίζει να σειέται απ’ άκρου σ’ άκρο. Όλη η ακτίνα Κ’ ανάστατη, όλο το κάτεργο σιγά-σιγά στο πόδι. Η μία ακτίνα ξεσηκώνει την άλλη. Εκατοντάδες από άδικα δικαστήρια θανατοποινίτες, πολιτικοί κρατούμενοι-αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης και του Δημοκρατικού Στρατού, «όλοι αυτό είμαστε» λένε, τραντάζουν το κάτεργο. Φωνές από παντού.

Ο Στάθης Ψυλλάκης ετοιμάζεται. Να ντροπιάσει τον θάνατο. Φόρεσε τα στηβάνια του και με την κυλόττα και το μαύρο του πουκάμισο, ψηλός σαν κυπαρίσσι, ετοιμάζεται να βγει.

Αγκάλιασε, φίλησε πολλές φορές τους συντρόφους του κελιού του και πρόσθεσε: «Συνεχίστε, εγώ δεν θα ντροπιάσω ούτε σας ούτε την παντέρμη Κρήτη… Θα πάω στην Ειρήνη, έτσι όμορφα όπως κι αυτή».

Έριξε μια ματιά στο κελί κι εψιθύρισε: «Κρίμα, σ’ άσπρισα και δε σε χάρηκα». Προχώρησε μ’ αντρειωμένο βήμα. Για το απομονωμένο κελί-Γολγοθά. Αυτό όπου περνούσαν λίγες ώρες παρέα μ’ έναν φίλο τους πριν τους πάρουν στο Λαζαρέτο για εκτέλεση.

Δεν θα πάει μόνος του στο θανατονήσι Λαζαρέτο, διαπιστώνει. Στο κελί-Γολγοθά είναι κι άλλοι Κρητικοί μαζί του. Όλοι τους «εκτακτομετρίτες». Καταδικασμένοι σε θάνατο, κυρίως με βάση τον νόμο «περί εκτάκτων μέτρων» εις βάρος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας και κάθε προσώπου ή φορέα κρινόταν ότι συνδεόταν μαζί του με οποιονδήποτε τρόπο.

 
Το Μνημείο που έχει τοποθετήσει το ΚΚΕ στο ΛαζαρέτοΤο Μνημείο που έχει τοποθετήσει το ΚΚΕ στο Λαζαρέτο

 

Αρχίζουν να χορεύουν όλοι μαζί σούστα, πεντοζάλη. Σαν απόστασαν κάθισαν, θυμήθηκαν τα πρώιμα νιάτα τους και ‘πιάσαν τον «Ρωτόκριτο». Σαν ήρθε το απόσπασμα, τους βρήκε καθισμένους σταυροπόδι καταγής να λένε το ριζίτικο, το σφακιανό τραγούδι, λίγο μόνο παραλλαγμένο:

«Μάνα μου κι αν έρθουν οι φίλοι μου

κι αν έρθουν οι εδικοί μου,

στρώσε ντω τάβλα να γευτούν,

κλίνη να κοιμηθούνε,

στρώντο και παραπέζουλα,

να θέσουν τ’ αρματά ντω.

Μη ντονέ πεις απόθανα

να μη βαρυοκαρδίσουν,

προτού να φάνε και να πιού

και να χαροκοπίσουν.

Κι άντε θα φεύγουν μάνα μου

και σ’ αποχαιρετούνε

Πες’ το ντω πως μ’ εσκότουσαν

στη Κέρκυρα τα μέρη».

Τι ώρες, μέχρι που οι δολοφονικές σφαίρες στο Λαζαρέτο έσκισαν με τον αχό τους τον αέρα σ’ όλη την πόλη και τα προάστια!

Ένας κρατήρας είχε ανοίξει μες από το μπουντρούμι. Τα λόγια του Ψυλλάκη «Συναγωνιστές, παίρνουν εμάς τους Κρητικούς για εκτέλεση», καθώς διάβαινε τα κελιά για το κελί-Γολγοθά, εσήμαναν σηκωμό. Γενικόν αγωνιστικό συναγερμό.

Διακόσια κελιά υψώνουν μέχρι το πρωί φωνή τρανή!

Κάθε κελί και χωνί!

Μέσα στην ύπουλη αξέχαστη νύχτα, την ώρα που έβγαλαν τον Ψυλλάκη και τους άλλους απ’ τα κελιά τους για εκτέλεση, ένα χάρτινο χωνί ακούστηκε από την Κ’ ακτίνα. Με το μαύρο άγγελμα. «Προσοχή-προσοχή! Σας μιλάμε από την Κ’ αχτίνα. Συναγωνιστές, αυτή τη στιγμή πήραν από την αχτίνα μας τους πέντε Κρητικούς εκτακτομετρίτες για εκτέλεση».

Με ανταλλαγή συνθηματικών η ακτίνα Ι’ επιβεβαιώνει τη γνησιότητα του μηνύματος. Αναμεταδίδει με το δικό της χωνί: «Εδώ αχτίνα Ι’. Από την Κ’ πήραν τους πέντε Κρητικούς για εκτέλεση».

Η μία μετά την άλλη κάνουν το ίδιο οι άλλες ακτίνες. Θαρρείς και άνοιξε κάποιος κρατήρας, φωνές με χωνιά απ’ όλες τις ακτίνες, από αγωνιστές ανεβασμένους στις πλάτες συναγωνιστών τους μέχρι τους φεγγίτες των κελιών στα 2,5 μέτρα απ’ το δάπεδο έσκιζαν τα σκοτάδια της νύχτας σκορπώντας μηνύματα για το Δίκιο και το μήνυμα θανάτου: «Λαέ της Κέρκυρας, αυτή τη στιγμή πήραν για εκτέλεση πέντε πολιτικούς κρατούμενους». Όλη τη νύχτα. Ως τα χαράματα. Φωνές με τα χωνιά. Για το Δίκιο.

 
Το νησάκι Λαζαρέτο όπως είναι σήμεραΤο νησάκι Λαζαρέτο όπως είναι σήμερα

 

Μετά από κάθε εκτέλεση, έπεφτε ξύλο. Για τις φωνές. Για τα χωνιά.

Θες γιατί ο αρχιφύλακας ντράπηκε να δέρνει για ψεύτικη αιτία, θες γιατί κουράστηκαν, σταμάτησαν για λίγο. «Το ξύλο που ακούς ή βλέπεις να πέφτει σ’ άλλον, φαντάζει πιο τρομερό απ’ αυτό που τρως».

Συνέχισαν. «Μπουκάρανε μέσα. Πόσοι πέσαν απάνω μου, ούτε μπορώ να λογαριάσω. Γκλομπς, βούρδουλες, κλειδιά, απ’ όπου περνούσα. Το ένα μου μάτι έμεινε ανοιχτό κι έβλεπε. Καταμεσής και στις άκρες της αυλής ήταν κι οι άλλοι ξαπλωμένοι».

Οι πληγωμένοι σηκώθηκαν. Δεν ξεχνούν τους σκοτωμένους: Τι είπαν φεύγοντας; Ποιο ήταν το τελευταίο αστείο τους, η τελευταία χειρονομία τους; Οι ζωντανοί προσπαθούν να ξαναζωντανέψουν και να ξαναφέρουν ανάμεσά τους τον πεθαμένο.

– Λαέ της Κέρκυρας, τώρα τα μεσάνυχτα παίρνουν αγωνιστές της Αντίστασης για εκτέλεση. Τρέξε, ματαίωσε το έγκλημα. Αίσχος! Ούτε οι Γερμανοί δεν άρπαζαν τα μεσάνυχτα για εκτέλεση…

Μια φωνή τενόρου που θα τη ζήλευαν ακόμα και στη Σκάλα αψηφά την πρωινή διαταγή «Όποιος φωνάζει θα τυφεκίζεται σε τρεις ημέρες στα Ιωάννινα».

Υψώθηκαν ποτέ στο νησί των Φαιάκων τόσο δυνατές φωνές; «Και τα μακρινότερα χωριά της Κέρκυρας θ’ άκουγαν τις φωνές μας».

Συχνά τους έδιναν ρέγκα σαν ήταν να πάρουν για το Λαζαρέτο. Τις ύποπτες νύχτες. Καληνύχτα ζωή; «Ρέγκα και χωνί κάνε λεβέντη υπομονή…».

Αντηχούσε η φυλακή:

– Ζήτω η ζωή!

– Ζήτω ο ελληνικός λαός!

–Ζήτω το Κόμμα!

«Κι αυτοί που πήγανε και εκείνοι που θα πάνε στο Λαζαρέτο, θα ζήσουν πιο πολύ από τους άλλους…».

Άρχιζαν πάλι τα χωνιά:

– Λαέ της Κέρκυρας, τρέξε, γιατί αύριο θα ‘ναι αργά…

– Λαέ της Κέρκυρας… Σκοτώνουν, βασανίζουν…

Με το χωνί στο στόμα κι ο στερνός αποχαιρετισμός. Με στεντόρεια φωνή το χαρτί φώναζε:

– Αδέλφια, βαδίστε με το κεφάλι ψηλά και το τραγούδι στο στόμα, όπως ταιριάζει στους αγωνιστές της Αντίστασης.

–Γόνατα γερά.

Τους σιγόνταρε μ’ όση δύναμη του ‘χε απομείνει «ο γεροκαθηγητής ο Μπαρμπαγιάννης ο Γαζής, το σεβάσμιο αυτό γεροντάκι, που είχε κάνει χρόνια γυμνασιάρχης στην Κέρκυρα» και το 1942 είχε συλληφθεί και φυλακιστεί από τους Ιταλούς για τη συμμετοχή του στον ιδρυτικό πυρήνα του ΕΑΜ Κέρκυρας. Δεν έμενε βουβός ούτε στην τόση βία των φρουρών.

Τα βασανιστήρια, «η βαρβαρότητα ήταν τέτοια που θα κάνει τον καθηγητή μας σ. Γαζή να τους φωνάξει: Εδώσατε εξετάσεις ανθρωπισμού και πήρατε μηδέν».

 

Οι πρώτες γνωστές εκτελέσεις ήταν ατομικές κι άρχισαν τον Μάη του 1947 με την εκτέλεση ενός 23χρονου που, τι τραγική ειρωνεία, το μικρό του όνομα ήταν Πολύβιος! Σαν οι άλλοι δεν ελύγισαν και δεν αποκήρυξαν το ΚΚΕ, ήρθαν οι ομαδικές.

Μα η παλληκαριά είχε βγάλει από τότε τη φωνή της:

– Με τους πολλούς ο θάνατος μοιάζει με πανηγύρι. Το κακό σαν μοιράζεται με πολλούς αλαφρώνει.

Εσώθηκαν καλά στις μνήμες οι εκτελεσμένοι της μαύρης εκείνης μέρας του Νοέμβρη του ’47. Ήταν «εύσωμοι με μια κρητική κορμοστασιά γεμάτη λεβεντιά. Στα πρόσωπά τους ήταν ζωγραφισμένες οι ηρωικές παραδόσεις του νησιού τους. Είχαν βαθιά επίγνωση των ιερών επιδιώξεων του αγώνα».

Το διαμήνυσε σ’ όλη τη φυλακή ο σύντροφός τους Βαγγέλης Καραμιχάλης, το ‘βαλαν οι σύντροφοί του σε χαρτί που σώθηκε. Έμεινε κοντά τους στο κελί-Γολγοθά ώσπου να τους βάλουν σ’ ένα καμιόνι με προορισμό το λιμάνι της πόλης και το νησάκι. Θυμόταν πώς τον αποχαιρέτησε στο τέλος ένας τους για όλους: «Σύντροφε, σ’ όλους τους συντρόφους της φυλακής τους τελευταίους μας χαιρετισμούς. Νιώθουμε περήφανοι που πεθαίνουμε για τα δίκαια του λαού. Μείναμε πιστοί στο χρέος μας και θα πεθάνουμε με το κεφάλι ψηλά. Το Κόμμα μάς βοήθησε να νιώσουμε τα ιδεώδη που η πάλη για την πραγματοποίησή τους εξευγενίζει τον άνθρωπο. Στέλνουμε τα τελευταία χαιρετίσματα στο λαό και στο Κόμμα».

Έξι ο ένας ανδρειότερος απ’ τον άλλο…

Κρητικοί όλοι, πέντε απ’ την ακτίνα Κ’ κι ένας από άλλη. Εσώθηκαν όλων σχεδόν τα πλήρη ονόματα: Γιάννης ΔημητράκηςΑντώνης ΚαλαϊτζάκηςΝίκος ΣηφάκηςΝίκος ΣηφοδασκαλάκηςΣφακιανάκηςΣτάθης Ψυλλάκης. Τριάντα και κάτι ή παρά κάτι τα χρόνια τους…

*902.gr

Ακολουθήστε το kerkyrasimera.gr στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα νέα από την Κέρκυρα

Ακολουθήστε μας στο instagram @kerkyrasimera

Ακολουθήστε μας στο twitter @kerkyrasimera

Ακολουθήστε μας στο Facebook kerkyrasimera.gr

__________________________________________________________________________

Ακολουθήστε το kerkyrasimera.gr για να μαθαίνετε πρώτοι τα νέα από την Κέρκυρα.

Ακολουθήστε μας στο Google News

Ακολουθήστε μας στο Instagram

Ακολουθήστε μας στο twitter

Ακολουθήστε μας στο Facebook

Απαγορεύεται αυστηρά η μη εξουσιοδοτημένη χρήση ή / και η αναπαραγωγή αυτού του υλικού χωρίς ρητή και γραπτή άδεια από τον συγγραφέα ή / και τον ιδιοκτήτη. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν αποσπάσματα κειμένων που δημοσιεύονται σε αυτήν τη σελίδα και σύνδεσμοι, υπό την προϋπόθεση ότι δίνεται πλήρης και σαφής αναφορά στο kerkyrasimera.gr με κατάλληλη και συγκεκριμένη κατεύθυνση (υπερσύνδεσμος/link) προς το πρωτότυπο περιεχόμενο.
error: Το περιεχόμενο προστατεύεται!!